Παίζοντας γνωρίζω και αναδομώ την κοινωνία

Οι έρευνες που έχουν γίνει γύρω από το παιχνίδι, το ρόλο του και την προσφορά του στη γνωστική, συναισθηματική, νοητική και κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού είναι ποικίλες. Ιδιαίτερο, ωστόσο, ενδιαφέρον παρουσιάζει πιο συγκεκριμένα η σχέση που μπορεί να έχει το παιχνίδι με την κοινωνία και αυτή η σχέση διαφαίνεται παρατηρώντας αυθόρμητες δραστηριότητες των παιδιών στο υποκριτικό παιχνίδι και σχετίζοντας τις με κοινωνικούς παράγοντες.

Κατά τα δύο πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού οι πρώτοι σύντροφοί του στο παιχνίδι είναι οι ενήλικες (Haight και Miller, 1991). To παιχνίδι με το γονιό συχνά συνοδεύεται από χαρούμενο γέλιο, για παράδειγμα μπορεί να έχει μία ποιότητα πειράγματος . Παράλληλα, σε αυτήν την ηλικία το μοναχικό παιχνίδι υποκριτικής καθώς και το κοινωνικό παιχνίδι υποκριτικής με συνομηλίκους συνδέεται περισσότερο με το ζήτημα της κατανόησης της πραγματικότητας, π.χ. ένα αγόρι παίζει με το αυτοκινητάκι του και είναι προσηλωμένο με σοβαρότητα σε αυτό που κάνει.

Καθώς τα παιδιά αναπτύσσονται, το παιχνίδι υποκριτικής γίνεται όλο και πιο περίπλοκο και πιο κοινωνικό. Από το 3ο έως το 6ο έτος της ηλικίας τους τα παιδιά μπορούν να συν-δημιουργούν με τους συνομηλίκους τους περίπλοκα πλασματικά γεγονότα . Παιχνίδια, δηλαδή, που εμπεριέχουν διατηρημένους φανταστικούς χαρακτήρες και συνεχόμενα θέματα παιχνιδιού ακόμη και μεταπλασμένα σκηνικά και κουστούμια.

Παίζοντας γνωρίζω και αναδομώ την κοινωνίαΤο παιχνίδι υποκριτικής έχει ένα γενικό συγκεκριμένο περιεχόμενο πέρα από τις πολλές διαφορετικές λειτουργίες που εξυπηρετεί. Αυτό το περιεχόμενο είναι η κοινωνία. Δηλαδή, οτιδήποτε παίζουν τα παιδιά πάντοτε υποκρίνονται ότι “παίζουν την κοινωνία” (Furth και Kane, 1992). Θεσμοθετείται, λοιπόν, ένα κοινωνικό πλαίσιο στο παιχνίδι υποκριτικής των παιδιών που παράλληλα εξηγεί τον κοινωνικό χαρακτήρα του παιχνιδιού εν γένει. Και σε αυτό το σημείο εντοπίζεται από πολλούς ερευνητές η κοινωνικοποιητική λειτουργία του παιχνιδιού. Η Schwartzmαn (1978) θεωρεί το παιχνίδι ως μέσο με το οποίο τα παιδιά μαθαίνουν για τα συναισθηματικά και γνωστικά συστήματα μιας συγκεκριμένης κουλτούρας. Τα παιδιά, όταν παίζουν αναπαριστούν εννοιολογικές δομές από έναν κόσμο που ανήκει κυρίως στους ενηλίκους, αλλά το σημαντικό είναι ότι αυτές οι εννοιολογικές δομές εκφράζονται και βιώνονται στον κόσμο του παιδιού. Επομένως, τα οργανωμένα παιχνίδια ταυτοχρόνως παρουσιάζουν και αναπαριστούν την αντίληψη των παιδιών για αυτόν τον κόσμο.Τα παιδιά μπορεί να παίζουν παιχνίδια σπιτιού και νοσοκομείου, πολέμου κι εργασίας, αλλά δε μιμούνται απλά και απροβλημάτιστα τη ζωή των ενηλίκων και μπορεί να παίρνουν ρόλους και μορφές σχέσεων των ενηλίκων, μητέρες, γιατροί, σύζυγοι, ωστόσο όλα αυτά αφορούν ζητήματα και ενδιαφέροντα από τον κοινωνικό κόσμο των παιδιών που εμπλέκονται στο παιχνίδι (Walkerdiner,1985).

Χάρη, λοιπόν, στο οργανωμένο παιχνίδι τα παιδιά αναδομούν εννοιολογικά και κυριολεκτικά το φυσικό περιβάλλον ως έναν τόπο διαχωρισμένο από αυτόν των ενηλίκων κι επίσης αναδομούν γνωστικά όψεις του κοινωνικού κόσμου των ενηλίκων με αποτέλεσμα να τον κατανοούν καλύτερα. Με αυτήν την έννοια το παιχνίδι κοινωνικοποιεί διττά : τα παιδιά καταλήγουν να γνωρίζουν πράγματα για το μέλλον, μέσα από τη σημείωση προόδων στη ζωή του παρόντος.

Παίζοντας γνωρίζω και αναδομώ την κοινωνίαΓια παράδειγμα, οι ρόλοι και οι ταυτότητες, τις οποίες τα παιδιά επιτρέπουν το ένα στο άλλο να υιοθετήσουν στο οργανωμένο παιχνίδι, ενδέχεται με αυτήν την έννοια να εκφράζουν ξεκάθαρα τις σχέσεις ισχύος και τις ιεραρχίες κοινωνικής θέσης που υπάρχουν μεταξύ των παιδιών (James1993). Οι πιο επιδέξιοι παίχτες επιβάλλουν σημαντικούς μετασχηματισμούς στο παιχνίδι και κυριαρχούν . Άλλοι λιγότερο ικανοί ή λιγότερο πεπειραμένοι μπορεί να μην είναι σε θέση να κατευθύνουν ή να μετασχηματίσουν το παιχνίδι, με έντονη την πιθανότητα να εκτοπιστούν από τους πιο έμπειρους και ισχυρούς συνομηλίκους τους, και να τα δούμε την ώρα του παιχνιδιού να είναι μοναχικά και απομονωμένα. Επομένως, τα οργανωμένα παιχνίδια των παιδιών είναι ταυτοχρόνως το όχημα για τα σημαντικότερα παιχνίδια κοινωνικής θέσης, στα οποία διακυβεύονται πολλά.

Παρατηρώντας, λοιπόν, παιχνίδια υποκριτικής παιδιών στην προσχολική ηλικία εντοπίζουμε αξίες, αρχές, κανόνες, ιστορία, παράδοση, ρόλους, κοινωνική θέση, σεβασμό, χαρακτηριστικά τα οποία δε διατυπώθηκαν τυχαία στο παιχνίδι. Τα παιδιά παίζουν και στα παιχνίδια τους αναγνωρίζουμε ποικίλα κοινωνικά γνωρίσματα. Τα παιδιά ανακαλύπτουν έναν κοινωνικό τρόπο ζωής κινητοποιημένα από την ευχαρίστηση που τους προκαλεί η θεώρηση της κοινωνίας ως αντικείμενο παιχνιδιού. Τα παιδιά μέσα από το παιχνίδι μαθαίνουν και αναδομούν την κοινωνία.